Page 90 - TEXTE REÇU - NOUVEAU TESTAMENT GREC
P. 90
6:42–56 ΑΓΙΟΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ 83
γον πάντες καÈ âχορτάσθησαν. καÈ ªραν κλασµάτων δώδεκα κοφίνους 43
πληρεις καÈ πä τÀν Êχθύων. καÈ ªσαν οÉ ϕαγόντες τοÌς ρτους ±σεÈ 44
πεντακισχίλιοι νδρες. καÈ εÎθàως νάγκασεν τοÌς µαθητς αÎτοÜ 45
âµβ¨ναι εÊς τä πλοØον καÈ προάγειν εÊς τä πέραν πρäς ηθσαϊδάν éως
αÎτäς πολύσù τäν îχλον. καÈ ποταξάµενος αÎτοØς π¨λθεν εÊς τä 46
îρος προσεύξασθαι. καÈ æψίας γενοµένης ªν τä πλοØον âν µέσú τ¨ς 47
ϑαλάσσης καÈ αÎτäς µόνος âπÈ τ¨ς γ¨ς. καÈ εÚδεν αÎτοÌς ασανιζοµέ- 48
νους âν τÄ âλαύνειν ªν γρ å νεµος âναντίος αÎτοØς καÈ περÈ τετάρτην
ϕυλακν τ¨ς νυκτäς êρχεται πρäς αÎτοÌς περιπατÀν âπÈ τ¨ς ϑαλάσσης
καÈ ¢θελεν παρελθεØν αÎτούς. οÉ δà Êδόντες αÎτäν περιπατοÜντα âπÈ 49
τ¨ς ϑαλάσσης êδοξαν ϕάντασµά εÚναι καÈ νέκραξαν. πάντες γρ αÎτäν 50
εÚδον καÈ âταράχθησαν καÈ εÎθàως âλάλησεν µετ’ αÎτÀν καÈ λέγει αÎτοØς
ϑαρσεØτε âγώ εÊµι µ ϕοβεØσθε. καÈ νέβη πρäς αÎτοÌς εÊς τä πλοØον 51
καÈ âκόπασεν å νεµος καÈ λίαν âκ περισσοÜ âν áαυτοØς âξίσταντο καÈ
âθαύµαζον. οÎ γρ συν¨καν âπÈ τοØς ρτοις ªν γρ καρδία αÎτÀν 52
πεπωρωµένη. καÈ διαπεράσαντες ªλθον âπÈ τν γ¨ν γενησαρέτ καÈ 53
προσωρµίσθησαν. καÈ âξελθόντων αÎτÀν âκ τοÜ πλοίου εÎθàως âπι- 54
γνόντες αÎτäν. περιδραµόντες íλην τν περίχωρον âκείνην ¢ρξαντο 55
âπÈ τοØς κραββάτοις τοÌς κακÀς êχοντας περιφέρειν íπου ¢κουον íτι
âκεØ âστιν. καÈ íπου ν εÊσεπορεύετο εÊς κώµας « πόλεις « γροÌς âν 56
ταØς γοραØς âτίθουν τοÌς σθενοÜντας καÈ παρεκάλουν αÎτäν Ñνα κν
τοÜ κρασπέδου τοÜ Éµατίου αÎτοÜ ψωνται καÈ íσοι ν ¢πτοντο αÎτοÜ
âσ¼ζοντο.
v.43 και ηραν κλασµατα κλασµατων , δωδεκα κοφινων κοφινους , πληρωµατα
πληρεις , , και απο των ιχθυων. v.44 και ησαν οι ϕαγοντες [τους αρτους] τους , , , αρτους , ,
,
ωσει , πεντακισχιλιοι ανδρες. v.45 και ευθυς ευθεως , , ηναγκασεν τους µαθητας αυτου εµ-
ηναι εις το πλοιον και προαγειν εις το περαν προς ηθσαιδα ηθσαιδαν , , εως αυτος απολυει
απολυση , , τον οχλον. v.48 και ιδων ειδεν , , αυτους ασανιζοµενους εν τω ελαυνειν ην γαρ
ο ανεµος εναντιος αυτοις και , , περι τεταρτην ϕυλακην της νυκτος ερχεται προς αυτους περιπατων
επι της ϑαλασσης και ηθελεν παρελθειν αυτους. v.49 οι δε ιδοντες αυτον περιπατουντα , , επι της
ϑαλασσης περιπατουντα εδοξαν οτι ϕαντασµα εστιν ειναι , , και ανεκραξαν. v.50 παντες γαρ
αυτον ειδον και εταραχθησαν ο δε ευθυς και , , ευθεως , , ελαλησεν µετ αυτων και λεγει αυτοις
ϑαρσειτε εγω ειµι µη ϕοβεισθε. v.51 και ανεβη προς αυτους εις το πλοιον και εκοπασεν ο ανεµος και
λιαν [εκ εκ , , περισσου] περισσου , , εν εαυτοις εξισταντο και , , εθαυµαζον , , . v.52 ου
γαρ συνηκαν επι τοις αρτοις αλλ ην γαρ , , αυτων , η καρδια αυτων , πεπωρωµενη. v.53 και
διαπερασαντες ηλθον , , επι την γην ηλθον εις γεννησαρετ , , γενησαρετ και προσωρµισθησαν.
v.54 και εξελθοντων αυτων εκ του πλοιου ευθυς ευθεως , , επιγνοντες αυτον. v.55 περιεδραµον
περιδραµοντες , , ολην την χωραν περιχωρον , , εκεινην και ηρξαντο επι τοις κραβαττοις
κραββατοις , , τους κακως εχοντας περιφερειν οπου ηκουον οτι εκει , , εστιν. v.56 και οπου
αν εισεπορευετο εις κωµας η εις πολεις η εις αγρους εν ταις αγοραις ετιθεσαν ετιθουν , , τους
ασθενουντας και παρεκαλουν αυτον ινα καν του κρασπεδου του ιµατιου αυτου αψωνται και οσοι αν
ηψαντο ηπτοντο , , αυτου εσωζοντο.