Page 88 - TEXTE REÇU - NOUVEAU TESTAMENT GREC
P. 88
6:16–29 ΑΓΙΟΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ 81
âγ° πεκεφάλισα Êωάννην οÝτος âστιν αÎτäς γέρθη âκ νεκρÀν. αÎτäς 17
γρ å ρ¼δης ποστείλας âκράτησεν τäν Êωάννην καÈ êδησεν αÎτäν âν
τ¬ ϕυλακ¬ δι ρúδιάδα τν γυναØκα ϕιλίππου τοÜ δελφοÜ αÎτοÜ íτι
αÎτν âγάµησεν. êλεγεν γρ å Êωάννης τÄ ρ¼δù íτι οÎκ êξεστίν σοι 18
êχειν τν γυναØκα τοÜ δελφοÜ σου. δà ρúδις âνεØχεν αÎτÄ καÈ 19
¢θελεν αÎτäν ποκτεØναι καÈ οÎκ δύνατο. å γρ ρ¼δης âφοβεØτο τäν 20
Êωάννην εÊδ°ς αÎτäν νδρα δίκαιον καÈ γιον καÈ συνετήρει αÎτόν καÈ
κούσας αÎτοÜ πολλ âποίει καÈ δέως αÎτοÜ ¢κουεν. καÈ γενοµένης 21
µέρας εÎκαίρου íτε ρ¼δης τοØς γενεσίοις αÎτοÜ δεØπνον âποίει τοØς
µεγιστσιν αÎτοÜ καÈ τοØς χιλιάρχοις καÈ τοØς πρώτοις τ¨ς γαλιλαίας.
καÈ εÊσελθούσης τ¨ς ϑυγατρäς αÎτ¨ς τ¨ς ρúδιάδος καÈ æρχησαµένης 22
καÈ ρεσασης τÄ ρ¼δù καÈ τοØς συνανακειµένοις εÚπεν å ασιλεÌς τÄ
κορασίú αÒτησόν µε ç âν ϑέλùς καÈ δώσω σοι. καÈ ºµοσεν αÎτ¬ íτι 23
í âάν µε αÊτήσùς δώσω σοι éως µίσους τ¨ς ασιλείας µου. δà 24
âξελθοÜσα εÚπεν τ¬ µητρÈ αÎτ¨ς τί αÊτήσοµαι δà εÚπεν τν κεφαλν
Êωάννου τοÜ απτίστου. καÈ εÊσελθοÜσα εÎθàως µετ σπουδ¨ς πρäς 25
τäν ασιλέα τήσατο λέγουσα ϑέλω Ñνα µοι δÄς âξ αÎτ¨ς âπÈ πίνακι τν
κεφαλν Êωάννου τοÜ απτιστοÜ. καÈ περίλυπος γενόµενος å ασι- 26
λεÌς δι τοÌς íρκους καÈ τοÌς συνανακειµένους οÎκ θέλησεν αÎτήν
θετ¨σαι. καÈ εÎθàως ποστείλας å ασιλεÌς σπεκουλάτωρα âπέταξεν 27
âνεχθ¨ναι τν κεφαλν αÎτοÜ å δà πελθ°ν πεκεφάλισεν αÎτäν âν τ¬
ϕυλακ¬. καÈ ¢νεγκεν τν κεφαλν αÎτοÜ âπÈ πίνακι καÈ êδωκεν αÎτν 28
τÄ κορασίú καÈ τä κοράσιον êδωκεν αÎτν τ¬ µητρÈ αÎτ¨ς. καÈ κού- 29
v.16 ακουσας δε [ο] ο ηρωδης ελεγεν ειπεν , οτι , ον εγω απεκεφαλισα ιωαννην ουτος
εστιν , , αυτος , , ηγερθη εκ , , νεκρων , , . v.17 αυτος γαρ ο ηρωδης αποστειλας εκρατησεν
,
, ,
,
τον ιωαννην και εδησεν αυτον εν τη , ϕυλακη δια ηρωδιαδα την γυναικα ϕιλιππου του αδελφου
αυτου οτι αυτην εγαµησεν. v.20 ο γαρ ηρωδης εφοβειτο τον ιωαννην ειδως αυτον ανδρα δικαιον και
αγιον και συνετηρει αυτον και ακουσας αυτου πολλα ηπορει εποιει , , και ηδεως αυτου ηκουεν.
v.21 και γενοµενης ηµερας ευκαιρου οτε ηρωδης τοις γενεσιοις αυτου δειπνον εποιησεν εποιει , ,
τοις µεγιστασιν αυτου και τοις χιλιαρχοις και τοις πρωτοις της γαλιλαιας. v.22 και εισελθουσης της
ϑυγατρος αυτου αυτης , , της , , ηρωδιαδος και ορχησαµενης ηρεσεν και , , αρεσασης , ,
τω ηρωδη και τοις συνανακειµενοις ειπεν ο ασιλευς τω κορασιω αιτησον µε ο εαν ϑελης και δωσω σοι.
v.23 και ωµοσεν αυτη [πολλα] οτι , , ο τι εαν µε αιτησης δωσω σοι εως ηµισους της ασιλειας µου.
v.24 και η , , δε , , εξελθουσα ειπεν τη µητρι αυτης τι αιτησωµαι αιτησοµαι , , η δε ειπεν την
κεφαλην ιωαννου του απτιζοντος απτιστου , , . v.25 και εισελθουσα ευθυς ευθεως , , µετα
σπουδης προς τον ασιλεα ητησατο λεγουσα ϑελω ινα εξαυτης µοι , , δως µοι εξ , , αυτης , ,
επι πινακι την κεφαλην ιωαννου του απτιστου. v.26 και περιλυπος γενοµενος ο ασιλευς δια τους
ορκους και τους ανακειµενους συνανακειµενους , , ουκ ηθελησεν αυτην , , αθετησαι αυτην .
v.27 και ευθυς ευθεως , , αποστειλας ο ασιλευς σπεκουλατορα , σπεκουλατωρα , επεταξεν
ενεγκαι ενεχθηναι , , την κεφαλην αυτου και . v.29 και ακουσαντες οι µαθηται αυτου ηλθον
και ηραν το πτωµα αυτου και εθηκαν αυτο εν τω µνηµειω.