Page 113 - TEXTE REÇU - NOUVEAU TESTAMENT GREC
P. 113
106 ΤΟ ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ 14:27–41
27 ͵νήσαντες âξ¨λθον εÊς τä îρος τÀν âλαιÀν. καÈ λέγει αÎτοØς å ÊησοÜς
íτι πάντες σκανδαλισθήσεσθε âν âµοÈ âν τ¬ νυκτÈ ταύτη íτι γέγραπται
28 πατάξω τäν ποιµένα καÈ διασκορπισθήσεται τ πρόβατα. λλ µετ τä
29 âγερθ¨ναί µε προάξω ͵ς εÊς τν γαλιλαίαν. å δà πέτρος êφη αÎτÄ
30 καÈ εÊ πάντες σκανδαλισθήσονται λλ’ οÎκ âγώ. καÈ λέγει αÎτÄ å Êη-
σοÜς µν λέγω σοι íτι σήµερον âν τ¬ νυκτÈ ταύτù πρÈν « δÈς λέκτορα
31 ϕων¨σαι τρίς παρνήσù µε. å δà âκ περισσοÜ êλεγεν µλλον âν µε
δέù συναποθανεØν σοι οÎ µή σε παρνήσοµαι ±σαύτως δà καÈ πάντες
32 êλεγον. καÈ êρχονται εÊς χωρίον οÝ τä îνοµα γεθσηµαν¨ καÈ λέγει τοØς
33 µαθηταØς αÎτοÜ καθίσατε Áδε éως προσεύξωµαι. καÈ παραλαµβάνει τäν
πέτρον καÈ τäν Êάκωβον καÈ Êωάννην µεθ’’ áαυτοÜ καÈ ¢ρξατο âκθαµβεØ-
34 σθαι καÈ δηµονεØν. καÈ λέγει αÎτοØς περίλυπός âστιν ψυχή µου éως
35 ϑανάτου µείνατε Áδε καÈ γρηγορεØτε. καÈ προελθ°ν µικρäν êπεσεν âπÈ
τ¨ς γ¨ς καÈ προσηύχετο Ñνα εÊ δυνατόν âστιν παρέλθù π’ αÎτοÜ ¹ρα.
36 καÈ êλεγεν αββα å πατήρ πάντα δυνατά σοι παρένεγκε τä ποτήριον π’
37 âµοÜ τοÜτο λλ’ οÎ τί âγ° ϑέλω λλ τί σύ. καÈ êρχεται καÈ εÍρίσκει
αÎτοÌς καθεύδοντας καÈ λέγει τÄ πέτρú σίµων καθεύδεις οÎκ Òσχυσας
38 µίαν ¹ραν γρηγορ¨σαι. γρηγορεØτε καÈ προσεύχεσθε Ñνα µ εÊσέλθητε
39 εÊς πειρασµόν τä µàν πνεܵα πρόθυµον δà σρξ σθενής. καÈ πάλιν
40 πελθ°ν προσηύξατο τäν αÎτäν λόγον εÊπών. καÈ Íποστρέψας εÝρεν
αÎτοÌς πάλιν καθεύδοντας ªσαν γρ οÉ æφθαλµοÈ αÎτÀν εβαρήµενοι
41 καÈ οÎκ ¦δεισαν τί αÎτÄ ποκριθÀσιν. καÈ êρχεται τä τρίτον καÈ λέ-
γει αÎτοØς καθεύδετε τä λοιπäν καÈ ναπαύεσθε πέχει ªλθεν ¹ρα
v.27 και λεγει αυτοις ο ιησους οτι παντες σκανδαλισθησεσθε εν , εµοι , εν , τη ,
νυκτι , , ταυτη , , οτι γεγραπται παταξω τον ποιµενα και διασκορπισθησεται , , τα προβατα
,
,
,
,
διασκορπισθησονται . v.29 ο δε πετρος εφη αυτω και , , ει και παντες σκανδαλισθησονται αλλ
ουκ εγω. v.30 και λεγει αυτω ο ιησους αµην λεγω σοι οτι συ , σηµερον ταυτη εν , , τη νυκτι
ταυτη , , πριν η δις αλεκτορα ϕωνησαι τρις απαρνηση , , µε απαρνηση . v.31 ο δε εκπερισσως
ελαλει εκ , , περισσου , , ελεγεν , , µαλλον , , εαν µε , , δεη µε συναποθανειν σοι ου µη
σε απαρνησωµαι απαρνησοµαι , , ωσαυτως δε και παντες ελεγον. v.32 και ερχονται εις χωριον ου
το ονοµα γεθσηµανι γεθσηµανη , , και λεγει τοις µαθηταις αυτου καθισατε ωδε εως προσευξωµαι.
v.33 και παραλαµβανει τον πετρον και [τον] τον , ιακωβον και [τον] ιωαννην µετ µεθ , , αυτου
εαυτου , , και ηρξατο εκθαµβεισθαι και αδηµονειν. v.35 και προσελθων προελθων , , µικρον
επιπτεν επεσεν , , επι της γης και προσηυχετο ινα ει δυνατον εστιν παρελθη απ αυτου η ωρα.
v.36 και ελεγεν αββα ο πατηρ παντα δυνατα σοι παρενεγκε το ποτηριον τουτο απ εµου τουτο , ,
αλλ ου τι εγω ϑελω αλλα τι συ. v.38 γρηγορειτε και προσευχεσθε ινα µη ελθητε εισελθητε , , εις
πειρασµον το µεν πνευµα προθυµον η δε σαρξ ασθενης. v.40 και παλιν ελθων υποστρεψας , ,
ευρεν αυτους παλιν , , καθευδοντας ησαν γαρ αυτων οι οφθαλµοι καταβαρυνοµενοι αυτων , ,
εβαρηµενοι , , και ουκ ηδεισαν τι αυτω , , αποκριθωσιν αυτω . v.41 και ερχεται το τριτον και
λεγει αυτοις καθευδετε το , , λοιπον και αναπαυεσθε απεχει ηλθεν η ωρα ιδου παραδιδοται ο υιος
του ανθρωπου εις τας χειρας των αµαρτωλων.