Page 293 - TEXTE REÇU - NOUVEAU TESTAMENT GREC
P. 293

286                                   ΠΡΑΞΕΙΣ                            17:31–18:10


                    Íπεριδ°ν å ϑεäς τ€ νÜν παραγγέλλει τοØς ‚νθρώποις πάσιν πανταχοÜ
                31 µετανοεØν. διότι êστησεν ™µέραν âν ­ µέλλει κρίνειν τ˜ν οÊκουµένην âν

                    δικαιοσύνù âν ‚νδρÈ Å ¹ρισεν πίστιν παρασχ°ν πσιν ‚ναστήσας αÎτäν
                32 âκ νεκρÀν.       ‚κούσαντες δà ‚νάστασιν νεκρÀν οÉ µàν âχλεύαζον οÉ δà

                33 εÚπον ‚κουσόµεθά σου πάλιν περÈ τούτου. καÈ οÕτως å παÜλος âξ¨λθεν
                34 âκ µέσου αÎτÀν. τινàς δà Šνδρες κολληθέντες αÎτÄ âπίστευσαν âν οÙς
                    καÈ διονύσιος å ‚ρεοπαγίτης καÈ γυν˜ æνόµατι δάµαρις καÈ éτεροι σÌν

                    αÎτοØς.

               18       µετ€ δà ταÜτα χωρισθεÈς å παÜλος âκ τÀν ‚θηνÀν ªλθεν εÊς κόρινθον.
                 2 καÈ εÍρών τινα ÊουδαØον æνόµατι ‚κύλαν ποντικäν τÄ γένει προσφάτως

                    âληλυθότα ‚πä τ¨ς Êταλίας καÈ πρίσκιλλαν γυναØκα αÎτοÜ δι€ τä δια-
                    τεταχέναι κλαύδιον χωρίζεσθαι πάντας τοÌς Êουδαίους âκ τ¨ς ûώµης
                 3 προσ¨λθεν αÎτοØς. καÈ δι€ τä åµότεχνον εÚναι êµενεν παρ’ αÎτοØς καÈ

                  4 εÊργάζετο ªσαν γ€ρ σκηνοποιοÈ τήν τέχνην.                 διελέγετο δà âν τ¬ συ-
                 5 ναγωγ¬ κατ€ πν σάββατον êπειθέν τε Êουδαίους καÈ éλληνας.                       ±ς δà

                    κατ¨λθον ‚πä τ¨ς µακεδονίας í τε σιλς καÈ å τιµόθεος συνείχετο τÄ
                    πνεύµατι å παÜλος διαµαρτυρόµενος τοØς Êουδαίοις τäν χριστόν ÊησοÜν.
                  6 ‚ντιτασσοµένων δà αÎτÀν καÈ  λασφηµούντων âκτιναξάµενος τ€ ɵάτια

                    εÚπεν πρäς αÎτούς τä αÙµα ͵Àν âπÈ τ˜ν κεφαλ˜ν ͵Àν καθαρäς âγώ
                 7 ‚πä τοÜ νÜν εÊς τ€ êθνη πορεύσοµαι.               καÈ µεταβ€ς âκεØθεν ªλθεν εÊς

                    οÊκίαν τινäς æνόµατι Êούστου σεβοµένου τäν ϑεόν οÝ ™ οÊκία ªν συνοµο-
                  8  οÜσα τ¬ συναγωγ¬. κρίσπος δà å ‚ρχισυνάγωγος âπίστευσεν τÄ κυρίú
                    σÌν íλú τÄ οÒκú αÎτοÜ καÈ πολλοÈ τÀν κορινθίων ‚κούοντες âπίστευον
                 9 καÈ âβαπτίζοντο.        εÚπεν δà å κύριος δι’ åράµατος âν νυκτÈ τÄ παύλú

                10 µ˜ ϕοβοÜ ‚λλ€ λάλει καÈ µ˜ σιωπήσùς.                 διότι âγώ εÊµι µετ€ σοÜ καÈ

                    οÎδεÈς âπιθήσεταί σοι τοÜ κακÀσαί σε διότι λαός âστίν µοι πολÌς âν τ¬



                     v.31 καθοτι διοτι      ,  εστησεν ηµεραν εν η µελλει κρινειν την οικουµενην εν δικαιοσυνη εν ανδρι ω
                    ωρισεν πιστιν παρασχων πασιν αναστησας αυτον εκ νεκρων.  v.32 ακουσαντες δε αναστασιν νεκρων
                                        ,

                    οι µεν εχλευαζον οι δε ειπαν ειπον      ,  ,   ακουσοµεθα σου παλιν      ,  ,   περι τουτου.  18  v.1 µετα
                    δε      ,  ,   ταυτα χωρισθεις ο      ,  ,   παυλος      ,  ,   εκ των αθηνων ηλθεν εις κορινθον.  v.2 και ευρων

                    τινα ιουδαιον ονοµατι ακυλαν ποντικον τω γενει προσφατως εληλυθοτα απο της ιταλιας και πρισκιλ-
                    λαν γυναικα αυτου δια το τεταχεναι     διατεταχεναι     ,  ,   κλαυδιον χωριζεσθαι παντας τους ιουδαιους
                    απο     εκ      ,  ,   της  ωµης προσηλθεν αυτοις.  v.3 και δια το οµοτεχνον ειναι εµενεν παρ αυτοις
                    και ηργαζετο     ειργαζετο      ,  ,   ησαν γαρ σκηνοποιοι τη     την      ,  ,   τεχνη     τεχνην      ,  ,   .  v.5 ως δε
                    κατηλθον απο της µακεδονιας ο τε σιλας και ο τιµοθεος συνειχετο τω λογω     πνευµατι      ,  ,   ο παυ-
                    λος διαµαρτυροµενος τοις ιουδαιοις ειναι τον χριστον ιησουν.  v.7 και µεταβας εκειθεν εισηλθεν
                    ηλθεν      ,  ,   εις οικιαν τινος ονοµατι τιτιου     ιουστου σεβοµενου τον ϑεον ου η οικια ην συνοµορουσα

                    τη συναγωγη.   v.9 ειπεν δε ο κυριος δι      ,  ,   οραµατος      ,  ,   εν νυκτι δι     οραµατος     τω παυλω µη
                    ϕοβου αλλα λαλει και µη σιωπησης.  v.10 διοτι εγω ειµι µετα σου και ουδεις επιθησεται σοι του
                    κακωσαι σε διοτι λαος εστι εστιν      ,  ,   µοι πολυς εν τη πολει ταυτη.
   288   289   290   291   292   293   294   295   296   297   298